,

,

.

.

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015




Είδα εξαθλιωμένους ανθρώπους, ταλαιπωρημένους και εξουθενωμένους, με το χαμένο βλέμμα μιας άγνωστης ζωής μπροστά τους. Ανθρώπους-θύματα ενός πολέμου που τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν πατρίδα, σπίτια, συγγενείς, τα χώματα που γεννήθηκαν, για να επιβιώσουν –πλάθοντας όνειρα– ανάμεσα σε βόμβες και σφαίρες, σε απελπισία και απόγνωση. Απόγνωση τέτοια ώστε ν’ αποφασίσουν να πάρουν το μεγάλο ταξίδι της ελπίδας, της διαφυγής, της ζωής.
                                                                   ΜΗΘΥΜΝΑΙΟΣ

 
Έβρεξα, όσο γινόταν, την ψυχή μου με πελαγίσιο αγιασμό και φόρτωσα τη ματιά μου με μπόλικο θαλασσί για να ’χω περίσσευμα κι απόθεμα για… να σταλάζει όταν το έχω ανάγκη· στην πόλη. Έριξα στο πρόσωπό μου κανάτες θάλασσα, να μουσκέψει ο κάθε πόρος του, να το στεγνώσει ο ήλιος, ν’ απομείνει επάνω του η αρμύραΤώρα, κλείνω τα μάτια και ζητώ να μ’ αγκαλιάσει ο ύπνος και να με ταξιδέψει όπως η θάλασσα. Να ’ναι καράβι το όνειρο, πανί λευκό η λαχτάρα, θαλασσοπούλι ο λογισμός. Να φτερουγίζει, να βυθίζεται και το πέταγμά του να τρέφει τις σκέψεις μου και να πλουταίνει αχόρταγα την ψυχή μου. Να γαληνεύω καθώς θα κρατά ζύγι με τα φτερά του.
Μοναχικός όπως κι εγώ, να στέκει αγέρωχος ωσάν εκείνα τα μικρά πέτρινα ταπεινά, ξεχασμένα ξωκλήσια του νησιού μου, που μόνα τους τα συναντάς μ’ ένα σταυρό, ένα καντήλι, ένα εικόνισμα και τίποτ’ άλλο
Λίγα ευχαριστώ από καρδιάς θέλω να αποθέσω, σαν αντίδωρο, σ’ αυτά που έζησα και κράτησα. Στις εικόνες της ψυχής. Στα ηλιοβασιλέματα, στις έναστρες νύχτες, στο φως, στην πανσέληνο! Στο όνειρο, στη θάλασσα, στη πρωινή αύρα. Στις ευωδιές, στις κορυφές, στις αυλές! Στο όλα και στο τίποτα. Στις σιωπές και στα αγγίγματα. Στα αν, στα θα, στα όταν και στα θέλω! Στις αλήθειες, στην ελπίδα, στο μαζί και στο πάντα. Σε όλες τις στιγμές. Με θαυμαστικά ή χωρίς αυτά. Στο κάθε τι που έζησα και που μοιράστηκα. Στις αλήθειες των στιγμών, των λέξεων, των σκέψεων, των εικόνων, των ψιθύρων, των φωνών και των ήχων! Που δεν έσβησαν. Στις σιωπές που μιλάνε καλύτερα με… αλήθειες. Ακόμα στις λέξεις που πίστεψα. Σ’ αυτές που με πλήγωσαν αλλά και στις άλλες… που δεν άκουσα. Στις απλές στιγμές. Στη φαντασία. Στα όνειρα που ίσως κάποτε γίνουν πραγματικότητα. Στα βλέμματα που αντίκρισα κι έμειναν βλέμματα, δεν έγιναν λόγια, δεν έγιναν χάδι, δεν έγιναν σ’ αγαπώ… απλά απόμειναν βλέμματα που κοιτάνε ολόισα στα μάτια και γίνονται ανάσες. Αυτά είναι τα αληθινά…

Πώς να σταματήσω, λοιπόν, το μυαλό να ονειρεύεται;
 

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015


Ναι Χριστούγεννα πλησιάζουν
Μα θα είσαι 
Μακριά μου
Μόνο εσένα έχω μωρό μου
στο μυαλό μου,
στην καρδιά μου,
Xριστούγεννα,
ευτυχισμένα
Δε γίνονται,
χωρίς εσένα
 Από Δευτέρα σε Δευτέρα
 μήνες τώρα νύχτα μέρα
 σε σκέφτομαι καρδια μου.
Ο χρόνος σαν νεράκι τρέχει...
πίσω γυρισμό δεν έχει

Χριστούγεννα όπου να `ναι φτάνουν
 και τα κλάματα με πιάνουν
 που δεν μπορώ
 μαζί σου
να `μαι εγώ
Γυρνάω στους δρόμους μόνη και χαζεύω
βλέπω ανθρώπους και ζηλεύω
που φαίνονται
γεμάτοι από χαρά
πιασμένοι χέρι χέρι
ΠΟΝΑΩ ΠΟΛΥ
Χριστούγεννα όπου να `ναι φτάνουν
και τα κλάματα με πιάνουν
που δεν μπορώ
μαζί σου
να `μαι εγώ
κι η έλλειψη σου
δυο φορές με πονάει.
 
Χριστούγεννα ερχοντε πάλι
μα θα είσαι
μακριά μου
Αχ και να σε είχα εδώ μωρό μου
αγκαλιά μου
 Μεμέ